- ἀγκυλέομαι
- ἀγκῠλέομαι,A hurl like a javelin,
Ἔρως κεραυνὸν ἠγκυλημένος Satyr.1
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ἔρως κεραυνὸν ἠγκυλημένος Satyr.1
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αγκυλέομαι — ἀγκυλέομαι (Α) [ἀγκύλη] εξακοντίζω κάτι σαν ακόντιο … Dictionary of Greek